Η γκαλερί Αργώ υποδέχεται στους χώρους της τον Νίκο Καλαφάτη, ο οποίος θα παρουσιάσει την καινούργια του δουλειά με ζωγραφικά και γλυπτά έργα, κάτω από το γενικό τίτλο «Ιστορίες του νερού και της πέτρας».
Πέτρες, πλίνθοι, ξύλα και μάρμαρα, που ο καλλιτέχνης συνέλεξε από το βυθό και τις παραθαλάσσιες περιοχές της χώρας μας, αποτέλεσαν την έμπνευσή του, όπως και το βασικό υλικό των περισσοτέρων έργων αυτής της έκθεσης.
Ο ίδιος ο καλλιτέχνης λέει : “Έκείνο που με συγκίνησε ήταν το γεγονός πως έπιασα στα χέρια μου περιφρονημένα, αλλά άχρονα υλικά, που είχαν ήδη σμιλευθεί από τη θάλασσα, τον ήλιο και τους αέρηδες.
Δεν έμενε σε εμένα τίποτα άλλο, από το να αποκαλύψω τη μορφή και τις ιστορίες που μου ψιθύριζαν.”
Αυτή είναι η 18η ατομική του έκθεση, η οποία θα εγκαινιαστεί την
Τετάρτη 12 Οκτωβρίου στις 7 το απόγευμα και θα διαρκέσει ως τις 5 Νοεμβρίου 2022.
Ο Νίκος Καλαφάτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Σπούδασε ζωγραφική
στην Academia Di Belle Arti της Φλωρεντίας απ’ όπου αποφοίτησε το 1979. Το 1991 πρωτεύοντας σε εξετάσεις του Ι.Κ.Υ και της Α.Σ.Κ.Τ πήρε τριετή υποτροφία στη γλυπτική.
Έχει στο ενεργητικό του 17 ατομικές εκθέσεις και συμμετοχή σε πλήθος ομαδικές
στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και σε διοργανώσεις της Art Athina.
Έργα του βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Για τη δουλειά του έχουν γράψει οι ιστορικοί - κριτικοί τέχνης: Αθηνά Σχινά, Harris
Livas, Στέλιος Λυδάκης, Βιβή Βασιλοπούλου, Νίκη Ορφανού, Ίρις Κρητικού, Μάνος
Στεφανίδης.
Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και την Εύβοια.
«Ιστορίες του Νερού και της Πέτρας»
Ίρις Κρητικού
Τι συμβαίνει όταν ο δημιουργός επιστρέφει στην αρχετυπική δυνατότητα της δημιουργίας; Στην καινούρια ενότητα της δουλειάς του, τις «Ιστορίες του Νερού και της Πέτρας», ο Νίκος Καλαφάτης, έχοντας αφήσει πίσω του το δομημένο αστικό τοπίο και έχοντας κατορθώσει να χαράξει νέες συνθήκες ύπαρξης και έκφρασης κατοικώντας τη θεραπευτική φύση της Εύβοιας, συλλέγοντας και επαναχρησιμοποιώντας τους δικούς της καρπούς, παραδίδει ένα αυτοτελές γλυπτικό και ζωγραφικό σύμπαν αφοπλιστικής ευρηματικότητας και χειροποίητης, ρηξικέλευθης ομορφιάς.
Εάν για πολλούς από εμάς το έγκλειστο διάστημα των τελευταίων δύο ετών υπήρξε δύσκολη δοκιμασία, για τον Νίκο Καλαφάτη αντίθετα, λειτούργησε καταλυτικά. Κοντά στη θάλασσα και με καθημερινές παράλληλες αναβάσεις στην ορεινή κοντινή σκέπη της, συνέλεξε και μετασχημάτισε σε γλυπτά ευρηματικά, τα καθημερινά δώρα των περιπάτων του: πέτρες και όστρακα, σίδερα, ξύλα, ρόδες και αποτμήσεις μαρμάρου, κοχύλια και πλίνθοι ατάκτως ερριμμένοι, θησαυρίστηκαν προσεκτικά και αρμολογήθηκαν τρυφερά για να μετατραπούν σε έμβιες οργανικές εκφάνσεις.
Τα υβριδικά πτερόεντα που εξέρχονται από το εργαστήριο δυο χρόνια μετά, για να αποδοθούν πανηγυρικά σε κοινή θέα, κατοικούν στη σφαίρα του μύθου και μαζί, φτερουγίζουν αθόρυβα στις παρυφές των πρωινών μας ονείρων. Υπάρξεις ποιητικές και ταυτόχρονα αφοπλιστικά χιουμοριστικές, γεννημένες από μια μοναδική αρχετυπική αυτοτέλεια και πλουμισμένες με αυτοσχέδια νεομπαρόκ στοιχεία, απελευθερωμένες από το βάρος των αναμενόμενων φυσιοκρατικών χαρακτηριστικών τους, ελεύθερες σε έμπνευση, μετασκευή και απόδοση γοητευτικές αποτμήσεις του βουκολικού γενεθλίου τόπου τους, κατοικούν στην αινιγματική ενδοχώρα της ουτοπίας και της πρωτογενούς τέχνης.
Λειτουργώντας ταυτόχρονα ως εφευρέτης, ζωγράφος και γλύπτης, χρησιμοποιώντας τα τρόπαια της καθημερινής ενδοσκόπησης στο οικείο τοπίο, αλλά και επιστρατεύοντας επίλεκτα λάφυρα ταξιδιών σε προσφιλείς προορισμούς όπως τα Κύθηρα ή η Νάξος, ο Νίκος Καλαφάτης επινοεί και διασώζει προς τέρψη των οφθαλμών και του νου, μια σουρεαλιστική και φαντασιακή Κιβωτό του κόσμου, ανατρέποντας τα γνωστικά φυσιοκρατικά δεδομένα των ενοίκων της και παραδίδοντας έναν παλίμψηστο παιγνιώδη και εύγλωττο κόσμο που ενεργοποιείται μέσω της δύναμης της ίδιας της ουτοπίας του.
Οι Ιστορίες του Νερού και της Πέτρας του Νίκου Καλαφάτη, κατοικημένες από εξαιρετικά σπάνια δείγματα πανίδας και χλωρίδας, αποτελούν προϊόν μιας κεχαριτωμένης μυθοπλασίας που υφαίνεται μέσω αλλεπάλληλων αυτοσχέδιων μεταμορφώσεων. Οι πέτρες, τα όστρακα και τα ξύλα, ενσωματώνονται με τρόπο απέριττο στο τελικό κέλυφος της οπτικής και απτικής σύλληψη ως αυτούσιες ολότητες, αρμολογούνται επιδέξια και βάφονται -όταν χρειάζεται-, τρέπονται σε πανάρχαιες σοφές χελώνες και σμήνη πουλιών, σε ανεξερεύνητα νησιά και καράβια, σε αστραφτερά ψάρια και πάπιες, σε αγγέλους, μυθικά όντα και αρχαίους ηνίοχους, σε θνητούς νοσταλγούς και ραδινούς ερωδιούς που προσδοκούν τον θεατή στην όχθη μιας λίμνης από καθρέφτη.
Κοινό, ενσυνείδητο γνώρισμα των πλασμάτων αυτών είναι οι φτερούγες τους. Φτερούγες που φυτρώνουν στη μέση της σκοτεινής νύχτας και ξεδιπλώνονται απαλά στα υβριδικά σώματα του θαυματοποιού ετούτου αφηγήματος, έτοιμες να συμπαρασύρουν το βλέμμα και την ψυχή μαζί τους. Δίνοντας, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά, φτερά στις μονάκριβες ετούτες ιστορίες του νερού και της πέτρας.
When you come to the edge of all that you know, you must believe one of two things: either there will be ground to stand on, or you will be given wings to fly.
O.R. Melling